Παραδοτέα Ε.Φ.Θ. & Δ.

Tα αποτελέσματα του έργου θα είναι διαθέσιμα δωρεάν για όλες τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον συγκεκριμένο τομέα.

Ε.Ε.1. Στόχος: Ανάπτυξη μεθοδολογίας.
Διάρκεια: 0-38 μήνες
Περιγραφή: Στην ενότητα αυτή αναπτύσσονται μέθοδοι για τον προσδιορισμό και την ταυτοποίηση του μεγαλύτερου δυνατού αριθμού Φ.O. με UPLC/MS-MS όσο και εύχρηστες μέθοδοι που θα επιτρέπουν την ανίχνευση και τον ποσοτικό προσδιορισμό των πλέον γνωστών ΦΟ.

Παραδοτέα:
Π.1.1: Βιβλιοθήκη φασμάτων UPLC-MS/MS των ΦΟ.

Οι βιβλιοθήκες φασμάτων μάζας έχουν αποδειχθεί χρήσιμες για την ταχεία ταυτοποίηση άγνωστων ενώσεων σε ένα δείγμα. Τα φάσματα μάζας παρέχουν πληροφορίες τόσο για το μοριακό βάρος της ένωσης όσο και για τη θραυσμάτωση των αναλυτών. Οι κύριες τεχνικές ανάλυσης που χρησιμοποιούνται στη φασματομετρία μαζών είναι η τεχνική πλήρους σάρωσης (Full Scan), η τεχνική της επιλεκτικής παρακολούθησης ιόντων (Single Ion Monitoring, SIM), και η φασματομετρία μαζών σε σειρά (Tandem Mass Spectrometry, MS/MS). Για τη δημιουργία βιβλιοθήκης φασμάτων είναι πολύ σημαντική η αρχική πλήρης σάρωση των προτύπων αναλυτών, ώστε να είναι δυνατή στην συνέχεια η σύγκριση αυτού του φάσματος με αυτό που θα προκύψει από την σάρωση του δείγματος. Ειδικότερα, στην τεχνική αυτή, λαμβάνεται το ολικό φάσμα μεταξύ δύο τιμών m/z για καθορισμένο χρόνο.

Στο πλαίσιο του παραδοτέου Π1.1. αναπτύχθηκε μία τοπική βιβλιοθήκη φασμάτων με την ανάλυση πρότυπων ουσιών με χρήση LC-MS/MS της Thermo Fischer Scientific. (AccelaUltra High-Performance Liquid Chromatography, TSQ Quantum Access). Αρχικά, με την τεχνική της απ’ ευθείας έγχυσης (infusion) ελήφθησαν  296 φασμάτα, τα οποία αντιστοιχούν σε 74 φυτοοιστρογόνα σε τρεις διαφορετικές συνθήκες ενέργειας βομβαρδισμού (eV) (χαμηλής, μέτριας και υψηλής). Ταυτόχρονα, αναπτύχθηκε και μία σύντομη αναλυτική μέθοδος διαχωρισμού των φυτοοιστρογόνων αυτών διάρκειας  21 min, ώστε να υπάρχουν 2 κριτήρια επιβεβαίωσης του κάθε φυτοοιστρογόνου, το φάσμα μάζας, αλλά και ο χρόνος έκλουσης.

Εκτιμήθηκαν των ελάχιστα όρια ανίχνευσης των φυτοοιστρογόνων μέσω των καθαρών προτύπων με το μεγαλύτερο ποσοστό να έχουν ελάχιστο όριο ανίχνευσης ≤ 2 ppm.Τέλος έγινε με επιτυχία ποιοτική ανίχνευση φυτοοιστρογόνων σε δείγματα πρώτων υλών ιχθυοτροφών (εκχυλίσματα αλεύρων σιταριού και σόγιας), και ιχθυοτροφές).

Π.1.2:Μέθοδος (UPLC-MS/MS) με την οποία θα μπορούν ταυτοποιηθούν και να προσδιοριστούν ποσοτικά ΦΟ.

Στόχος του παραδοτέου AA.2 (Π.1.2) αποτελεί η ανάπτυξη μίας ευαίσθητης, ακριβούς και γρήγορης μεθόδου για τον αποτελεσματικό ποσοτικό προσδιορισμό και την ταυτοποίηση φυτοοιστρογόνων (Φ.Ο.) με τη χρήση της τεχνικής συζευγμένης Υγρής Χρωματογραφίας με Φασματομετρία Μαζών (LC-MS/MS).

Αναπτύχθηκε μία μέθοδος που  επιτρέπει τον ταυτόχρονο ποσοτικό προσδιορισμό 67 φυσικών φυτοοιστρογόνων σε 35min. Αναλυτικότερα, εντάχθηκαν στη μέθοδο 30 φλαβονοειδή (εριοδικτυόλη, γαλλοκατεχίνη, εσπεριδίνη, εσπερετίνη, εσπερετίνη, ισοκερκετίνη, ισοραμνετίνη, καεμφερόλη, λικουιριτίνη, λικιριτιγενίνη, λουτεολίνη, 4′-Ο-γλυκοζίτης της λουτεολίνης, myricetin, πελαργονίνη, πελαργονοδίνη, προκυανιδίνη Β1, προκυανιδίνη Β2, κερκεταγίνη, 7-Ο-D-γλυκοζίτης της καλυκοσίνης, καλυκοσίνη, κερκετίνη, κερκετρίνη, ραμνετίνη, ρουτίνη, ταξιφολίνη), 19 ισοφλαβονοειδή (3′,4′,7-τριυδροξυ-ισοφλαβόνη, 4′,6,7-τριυδροξυ-ισοφλαβόνη, βιοχανίνη α, δαϊδζεΐνη, 7-O-γλουκουρονίδιο της δαϊδζεΐνη, δαϊδζίνη, εκουόλη, φορμονετίνη, γενιστεΐνη, 7-O-γλουκουρονίδιο της γενιστεΐνης, γενιστίνη, γλυκιτεΐνη, γλυκιτίνη, ονονίνη, πουεραρίνη, σισσοτρίνη, σοφοροικοσίδη)  7 φαινολικά οξέα (καφεϊκό οξύ, χλωρογενικό οξύ, γαλλικό οξύ, νεοχλωρογενικό οξύ, p-κουμαρικό οξύ, πρωτοκατεχικό οξύ, σιναπικό οξύ),  4 χαλκονοειδή (ισολικιριτιγενίνη, φλορετίνη, φλοριδζίνη, ξανθοξουμόλη)  3 λιγνάνες (λαρικιρεσινόλη, ματαϊρεσινόλη, σεκοϊσολαρικιρεσινόλη), 1 κουµεστάνη (κουµεστρόλη), 1 φαινυλαιθανόλη (υδροξυτυροσόλη) και 2 στιλβενοειδή (πολυδατίνη, ρεσβερατρόλη)

Η νέα μέθοδος επικυρώθηκε πλήρως μέσω του προσδιορισμού των ακόλουθων παραμέτρων: εκλεκτικότητα, ευαισθησία, ανάκτηση, ακρίβεια, αξιοπιστία ανίχνευσης και όρια ποσοτικού προσδιορισμού για κάθε αναλύτη. Συγκεκριμένα, η νέα μέθοδος αποδείχθηκε ακριβής για κάθε αναλύτη εμφανίζοντας γραμμική απόκριση με τιμές R2 ≥ 0,9991, όρια ποσοτικού προσδιορισμού από 5,5 έως 331,8 ng/mL για το 98,5% των αναλυτών, τιμές ανάκτησης που κυμαίνονταν μεταξύ 64,8% και 150,3% ενώ οι δείκτες ακρίβειας και αξιοπιστίας παρέμειναν κάτω από 20 για τους περισσότερους αναλυτές.

ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ Myrtsi et al. 2023

Ε.Ε. 3. Στόχος: Εργαστηριακός Πειραματισμός
Διάρκεια:6-40 μήνες
Περιγραφή: Στο τρίτο στάδιο εντάσσονται, τόσο οι εκχυλίσεις σε άλευρα, έλαια και ιχθυοτροφές όσο και σε ιχθύες. Στις ιχθυοτροφές θα συμπεριλαμβάνονται και οι τροφές που θα χρησιμοποιηθούν για την εκτροφή (ΕΕ2). Θα ακολουθήσει η ανίχνευση και ο ποσοτικός προσδιορισμός των ΦΟ με τη τεχνική UPLC-MS/MS (στο σύνολο των εκχυλισμάτων) και τις εύχρηστες τεχνικές (σε προεπιλεγμένα εκχυλίσματα αλεύρων, ελαίων και ιχθυοτροφών). Με την ίδια μεθοδολογία (UPLC-MS/MS) θα μελετηθούν και τα εκχυλίσματα ιστών ιχθύων.

Παραδοτέα:
Π. 3.1: Συγκριτική μελέτη απόδοσης μεθόδων εκχύλισης ΦΟ και συσχετισμός με τις αντίστοιχες μελέτες της βιβλιογραφίας.

Στο Παραδοτέο ΑΑ.11 (Π.3.1) εντάσσεται η μελέτη εκχυλίσεων  Φυτοοιστρογόνων (Φ.Ο.) σε άλευρα, έλαια και ιχθυοτροφές αλλά και σε φιλέτα και ήπαρ ιχθύων. Με δεδομένο ότι στόχος του παραδοτέου είναι να δημιουργηθεί μία μέθοδος εκχύλισης εύχρηστη, ταχύτατη και οικονομική που να μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε ένα Εργαστήριο Ποιοτικού Ελέγχου χωρίς την χρήση ιδιαίτερου εξοπλισμού οδηγηθήκαμε σε επιλογές οικονομικές και εύχρηστες. Πραγματοποιήθηκαν εκχυλίσεις με μίγματα οργανικών διαλυτών με νερό, σε διάφορες θερμοκρασίες και διαφορετικούς μηχανισμούς επιτάχυνσης των διαδικασιών όπως ανάδευση και με χρήση υπερήχων και μικροκυμάτων.

Η μελέτη για τον εντοπισμό βέλτιστων συνθηκών εκχύλισης σε άλευρα σόγιας οδήγησε στη χρήση υπερήχων και διαλύτη ACN:H2O, HCOOH 1 % σε αναλογία  70:30 και θερμοκρασία 40 °C. Η εφαρμογή της μεθόδου QuEChERS (χρήση MgSO4:NaCl, 4:1) υπό  ανάδευση για 15 min βελτιστοποίησε ακόμα περισσότερο τις αποδόσεις.

Παρατηρήθηκε ότι η μελέτη στις  ιχθυοτροφές και στους ιστούς ιχθύων οδήγησε στο ίδιο αποτέλεσμα δηλαδή ότι με  χρήση των υπερήχων και διαλύτη ACN:H2O, HCOOH 0,1 % σε αναλογία  70:30 και θερμοκρασία 40 °C προέκυψαν οι καλύτερες αποδόσεις.  

Η αποδοτικότερη μέθοδος εκχύλισης Φ.Ο. σε ιχθυοτροφές συμπληρώθηκε με προσθήκη αλάτων QuEChERS (MgSO4:NaCl, 4:1), ανάδευση για 15 min, παραλαβή εκχυλίσματος,  προσθήκη C18 (έντονη ανακίνηση για 1 min).

Η βέλτιστη μέθοδος εκχύλισης ιστών ιχθύων συμπληρώθηκε με προσθήκη αλάτων QuEChERS (MgSO4: NaCl, 4:1), ανάδευση για 15 min, παραλαβή υπερκείμενου, προσθήκη C18 και PSA  (έντονη ανακίνηση για 1 min).

Η μελέτη εκχύλισης των ελαίων έγινε με μίγμα διαλυτών (ACN/νερό 70:30, 1% v/v HCOOH) για 30 λεπτά σε θερμοκρασία δωματίου υπό ανάδευση, προσθήκη προσροφητικού C18 (ανακίνηση 1 λεπτό), φυγοκέντρηση και φιλτράρισμα.

Π.3.2: Αναλύσεις ΦΟ σε ιχθυοτροφές και πρώτες ύλες. Έκθεση αποτελεσμάτων.

Το Παραδοτέο ΑΑ.12 (Π.3.2) περιλαμβάνει τις αναλύσεις  Φ.Ο. των εκχυλισμάτων ιχθυοτροφών και πρώτων υλών αυτών δηλαδή ελαίων και αλεύρων. Οι ιχθυοτροφές που χρησιμοποιήθηκαν για την εκτροφή τσιπούρας στην Ενότητα Εργασίας 2 (ΕΕ2), επιλέχθηκαν γιατί αποδείχθηκαν  πλούσιες σε Φ.Ο.  μετά από  ανίχνευση των Φ.Ο.: δαϊδζεΐνη, βιοχανίνη Α, γενιστεΐνη,   φορμονονετίνη και γλυσιτεΐνη και ποσοτικοποιηση μετά τη προσθήκη της κουμεστρόλης και της λικουϊριτιγενίνης. Παράλληλα αναλύθηκαν τα εκχυλίσματα σόγιας, ιχθυοτροφών και ελαίου που προέκυψαν από τη μελέτη εκχυλίσεων ιχθυοτροφών  και πρώτων υλών όπως  προέκυψαν από το παραδοτέο ΑΑ.11 (Π.3.1).

Πραγματοποιήθηκαν  αναλύσεις των εκχυλισμάτων με  εφαρμογή της βέλτιστης μεθόδου εκχύλισης σε άλευρα, έλαια και ιχθυοτροφές  και  αναλύθηκαν με τη πλήρως βαθμονομημένη μέθοδος ποσοτικοποίησης που προέκυψε από το παραδοτέο Π.1.2. Αναλυτικότερα, αναλύθηκαν εκχυλίσματα δειγμάτων φυτικών αλεύρων σόγιας (8), ελαιοκράμβης (5),  σίτου (8) αραβόσιτου (5), ηλίανθου (10), γκουάρ (4) και τροποποιημένων δειγμάτων (6)),  φυτικών και ζωικών ελαίων (σόγιας, ελαιοκράμβης,  σεσαμέλαιο, φοινικέλαιο, ηλίανθου, ιχθυέλαιο, πτηνέλαιο σωλομέλαιο). Επιπλέον, πραγματοποιήθηκαν περιορισμένες αναλύσεις δειγμάτων ζωικής προέλευσης (πτηνάλευρο, πτεράλευρο, αιματάλευρο, ιχθυάλευρο) και ελέγχθηκαν για την παρουσία Φ.Ο. Αναλύθηκαν 57 δείγματα ιχθυοτροφών του εμπορίου μεταξύ αυτών και των εκτροφών. Τέλος, προσδιορίστηκε η συγκέντρωση φυτοστερολών των τροφών  που χρησιμοποιήθηκαν στη εκτροφή σε λαβράκι.

Π.3.3: Αναλύσεις ΦΟ σε ήπαρ και φιλέτο ιχθύων. Έκθεση αποτελεσμάτων.

Το Παραδοτέο ΑΑ.13 (Π.3.3) περιλαμβάνει αναλύσεις φυτοοιστρογόνων εκχυλισμάτων φιλέτου και ήπατος ιχθύων των εκτροφών τσιπούρας – Sparus αurata και λαυράκιου – Dicentrarchus labrax. Βιβλιογραφικά εντοπίστηκε μόνο ένας μικρός αριθμός δημοσιεύσεων σε σχέση με την ποσοτικοποίηση των φυτοοιστρογόνων σε  ιχθύες. Έτσι, στηριζόμενοι σε αυτά τα ελάχιστα δεδομένα έγιναν οι πρώτες μετρήσεις σε φιλέτα ιχθύων για να καθοριστεί η βέλτιστη μεθοδολογία εκχύλισης φυτοοιστρογόνων. Στα εκχυλίσματα που παρασκευάστηκαν από φιλέτα ιχθύων αναλύθηκαν τα φυτοοιστρογόνα: δαϊδζεΐνη, βιοχανίνη Α, λικουϊριτιγενίνη, γενιστεΐνη, κουμεστρόλη, ισολικουϊριτιγενί-νη,  φορμονονετίνη, εκουόλη, γλυσιτεΐνη με μοναδική τη παρουσία εκουόλης.

Πραγματοποιήθηκαν αναλύσεις των εκχυλισμάτων που προήλθαν από φιλέτα και ήπαρ ιχθύων με εφαρμογή της βέλτιστης μεθόδου εκχύλισης ιστών ιχθύων και  αναλύθηκαν με τη πλήρως βαθμονομημένη μέθοδος ποσοτικοποίησης που προέκυψε από το παραδοτέο Π.1.2. Αναλύθηκαν τα δείγματα, που προέκυψαν από τις δύο εκτροφές (τσιπούρα και λαυράκι) που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο της ΕΕ2.

Επιπλέον, προσδιορίστηκε  το περιεχόμενό  σε φυτοστερόλες των ιστών ιχθύων και ηπάτων.

Ε.Ε. 4. Στόχος: Αξιολόγηση Αποτελεσμάτων
Διάρκεια:0-40 μήνες
Περιγραφή: Η ενότητα αυτή αφορά στην αξιολόγηση και τη σύνδεση των αποτελεσμάτων των προηγούμενων ΕΕ και τη σύγκριση με βιβλιογραφικά δεδομένα.

Παραδοτέα:

Π.4.1: Βιβλιογραφική ανασκόπηση μεθόδων ανίχνευσης και ποσοτικοποίησης ΦΟ

Tα φυτοοιστρογόνα (ΦΟ) αποτελούν μία μεγάλη οικογένεια δευτερογενών μεταβολιτών, που απαντώνται, κυρίως, στα φυτά και παρουσιάζουν σημαντική οιστρογονική (αγωνιστική / ανταγωνιστική) δράση. Τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότερο ενδιαφέρον παρουσιάζεται για αυτή την κατηγορία χημικών ενώσεων με αποτέλεσμα την ανάγκη ανάπτυξης αξιόπιστων μεθόδων τόσο ποιοτικού, όσο και ποσοτικού προσδιορισμού τους. Για την ανάπτυξη μεθόδων ανίχνευσης και ποσοτικοποίησης χρησιμοποιείται, συνήθως, μία χρωματογραφική μέθοδος για τον αρχικό διαχωρισμό των αναλυτώνστόχων και, στην συνέχεια, μία μέθοδος για την ανίχνευσή τους. Σε αυτή τη βιβλιογραφική ανασκόπιση εξετάστηκαν οι υπάρχουσες αναλυτικές μεθόδοι προσδιορισμού ΦΟ που βασίζονται σε διαχωρισμό με χρωματογραφία (αέρια, υγρή και τριχοειδής ηλεκτροφόρηση) και οι μεθόδοι ανίχνευσης ΦΟ, που περιλαμβάνουν την ανίχνευση με φασματομετρία μάζας, υπεριώδη απορρόφηση, φθορισμό, και ηλεκτροχημική οξείδωση/αναγωγή. Φυσικά, δεν παραλήφθηκε και η ανασκόπιση στην προετοιμασία του δείγματος, που αποτελεί το πρώτο και σημαντικότερο βήμα για την μετέπειτα ανάλυση του, και περιλαμβάνει την ξήρανση, την ομογενοποίηση, το κοσκίνισμα, την εκχύλιση των ενώσεων-στόχων, την πιθανή υδρόλυση (όταν το ενδιαφέρον έγκειται στην άγλυκη μορφή των ΦΟ), την πιθανή παραγώγιση (στην περίπτωση που η ανάλυση που θα ακολουθήσει είναι η αέρια χρωματογραφία), κ.ά. Όλες αυτές οι μέθοδοι συγκρίνονται μεταξύ τους και αποκαλύπτονται τόσο τα πλεονεκτήματα, όσο και τα μειονεκτήματα της καθεμιάς, αλλά, ταυτόχρονα, εντοπίζονται και οι πιθανές περιπτώσεις εφαρμογής της κάθε μεθόδου, ανάλογα με τον σκοπό της ανάλυσης, τους αναλύτες στόχους και την μήτρα του δείγματος.

Π.4.2: Σύγκριση μελετώμενων μεθόδων ανίχνευσης και ποσοτικοποίησης ΦΟ

Σκοπός του παραδοτέου Π4.2 είναι συγκριτική μελέτη των μεθόδων ανίχνευσης και ποσοτικοποίησης φυτοοιστρογόνων που αναπτύχθηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος  με αυτές τις βιβλιογραφίας και εξαγωγή αποτελεσμάτων για τη βέλτιστη αναλυτική μεθοδολογία.

Αναπτύχθηκε για πρώτη φορά μια βιβλιοθήκη φασμάτων που επιτρέπει την ανίχνευση 74 φυτοοιστρογόνων. Για την αύξηση της ευαισθησίας της ποιοτικής ανάλυσης φυτοοιστρογόνων μέσω της ταυτοποίησης των φασμάτων που λαμβάνονται κατά την ανάλυση ενός δείγματος σε σύγκριση με αυτά που υπάρχουν στη βάση δεδομένων, έγινε και η ανάπτυξη μιας μεθόδου χρωματογραφικού διαχωρισμού διάρκειας 22 min. Από την μελέτη και τα όρια ανίχνευσης των αναλυτών της βιβλιοθήκης φασμάτων προκύπτει ότι η μέθοδος αυτή μπορεί να χρησιμοποιηθεί με επιτυχία για την ανίχνευση φυτοοιστρογόνων σε φυτικά δείγματα σε πρώτες ύλες ιχθυοτροφών και  ιχθυοτροφές.

Η μέθοδος υγρής χρωματογραφίας υψηλής απόδοσης φασματομετρίας μάζας ιονισμού με ηλεκτροψεκασμό (HPLC-ESI-MS/MS) που αναπτύχθηκε και επικυρώθηκε για την ποσοτικοποίηση 67 φυτοοιστρογόνων αποδείχθηκε κατάλληλη για την ανάλυση φυτικών πρώτων υλών για την παραγωγή ιχθυοτροφών και για δείγματα ιστών ιχθύων και ήπατος. Πλεονεκτήματα αυτής της μεθόδου σε σχέση με τις βιβλιογραφικές μεθόδους είναι ο απαιτούμενος συνολικός χρόνο ανάλυσης και ο μεγάλος αριθμός Φ.Ο., αφού για πρώτη φορά 35 min αρκούν για την πλήρη αξιολόγηση 67 φυτοοιστρογόνων. Επιπλέον, πρέπει να σημειωθεί ότι οι προσδιοριζόμενες παράμετροι ανάκτησης και ακρίβειας ήταν παρόμοιες ή πιο αποτελεσματικές από τις αντίστοιχες βιβλιογραφικές μεθόδους.

Τέλος, αναπτύχθηκε μία αναλυτική μέθοδος ανίχνευσης και ποσοτικοποιήσης των πέντε πιο συχνά απαντούμενων  Φ.Ο. που συνδυάζει  την σχετικά χαμηλού κόστους χρωματογραφία υψηλής απόδοσης HPLC και την εφαρμογή μιας απλής φασματοφωτομετρικής μεθοδολογίας UV,  και  θα μπορούσε να προταθεί για την ανίχνευση και τον ποσοτικό προσδιορισμό ελεύθερων φυτοοιστρογόνων σε επίπεδο μονάδας παραγωγής ιχθυοτροφών.

Poster Koulocheri et al._2022

Poster Myrtsi et al. 2022

Π.4.3: Πιθανός εντοπισμός δευτερογενών μεταβολιτών ως markers.

Η εντατική χρήση φυτικών υλικών ως βιώσιμη εναλλακτική λύση για την παραγωγή ιχθυοτροφών, σε συνδυασμό με το φυτοχημικό τους περιεχόμενο, το οποίο επηρεάζει τα χαρακτηριστικά ανάπτυξης και παραγωγής των εκτρεφόμενων ιχθύων, καθιστά αναγκαία την παρακολούθησή της παρουσίας των πρώτων υλών φυτικής προέλευσης.

Η παρούσα μελέτη αφορά την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων που προκύπτουν από την εφαρμογή μιας διαδικασίας που περιλαμβάνει τη χρήση υγρής χρωματογραφίας υψηλής απόδοσης σε συνδυασμό με φασματομετρία μαζών tandem (LC-MS/MS) για τον ποσοτικό  προσδιορισμό 67 φυσικών φυτοοιστρογόνων στις πιο συχνά συναντούμενες πρώτες ύλες φυτικής προέλευσης που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ιχθυοτροφών.

Αναλυτικότερα, επαληθεύτηκε η παρουσία 8 φυτοοιστρογόνων σε δείγματα ελαιοκράμβης, 20 σε δείγματα αλεύρου σόγιας, 12 σε δείγματα αλεύρου ηλίανθου και μόνο 1 σε δείγματα αλεύρου σίτου σε ποσότητες που επιτρέπουν την αποτελεσματική ενσωμάτωσή τους σε συστάδες. Μεταξύ των διαφόρων συστατικών, τα φυτοοιστρογόνα της σόγιας: δαϊδζεΐνη, γενιστεΐνη, δαϊδζίνη, γλυκιτίνη, απιγενίνη, καλυκοσίνη και κουμουστρόλη, τα φαινολικά οξέα: νεοχλωρογενικό, καφεϊκό και χλωρογενικά του ηλίανθου που παρουσίασαν τις υψηλότερες συσχετίσεις όπως και το σιναπικό  οξύ της ελαιοκράμβης  που εντοπίστηκε σε πολύ υψηλές συγκεντρώσεις,  μπορούν να είναι χρήσιμα ως βιοδείκτες για την αποτελεσματική ανίχνευση της σόγιας, του ηλίανθου και της ελαιοκράμβης στις πρώτες ύλες ιχθυοτροφών.

Η ιεραρχική ανάλυση συστάδων των μελετηθέντων δειγμάτων αλεύρων σόγιας, ελαιοκράμβης, ηλίανθου και σίτου, με βάση την περιεκτικότητά τους σε φυτοοιστρογόνα, οδήγησε στην αποτελεσματική ομαδοποίηση αυτών των πρώτων υλών. Η ακρίβεια και η αποτελεσματικότητα αυτής της ομαδοποίησης ελέγχθηκε με την ενσωμάτωση πρόσθετων δειγμάτων σόγιας, σιταριού και τη διακριτή δημιουργία συστάδας του  δείγματος αλεύρου αραβοσίτου, παρατηρήσεις  που επιβεβαίωσαν τη χρήση της περιεκτικότητας σε φυτοοιστρογόνα ως πολύτιμου βιοδείκτη για τη διάκριση των πρώτων υλών που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ιχθυοτροφών.

ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ Pavlopoulos et al. 2023

Π.4.5. Συγκράτηση διατροφικών ΦΟ σε ιστούς εκτρεφόμενων ιχθύων.

Το Παραδοτέο ΑΑ.13 (Π.4.5) περιλαμβάνει τα αποτελέσματα της μελέτης συγκράτησης των διατροφικών φυτοοιστρογόνων σε ιστούς εκτρεφόμενων ιχθύων. Βιβλιογραφικά, η συγκράτηση των διατροφικών φυτοοιστρογόνων στους ιστούς ιχθύων είναι ελάχιστα μελετημένος έτσι ιστοί ιχθύων των εκτροφών τσιπούρας – Sparus αurata και λαβρακιού – Dicentrarchus labrax  αφού αναλύθηκαν μας οδήγησαν στις ακόλουθες παρατηρήσεις.

Α. Δεν παρατηρήθηκε συγκράτηση των διατροφικών (υψηλών συγκεντρώσεων) Φυτοοιστρογόνων στους ιστούς των ιχθύων.

Β. Ανιχνεύθηκε Βιοχανίνη Α σε ορισμένα  δείγματα ιστών και ήπατος γεγονός που  αντανακλά την ύπαρξη μιας διαφορετικής μεταβολικής οδού, η οποία έχει ήδη περιγραφεί στη βιβλιογραφία και δείχνει ότι στα είδη ψαριών δεν προχωρά μέσω της απομεθυλίωσης και της μετατροπής της σε γενιστεΐνη. Το γεγονός αυτό πιθανά να οδηγεί στη συσσώρευσή της στους ιστούς των ιχθύων.

Γ. Δεν εντοπίστηκε εκουόλη γεγονός που επιβεβαιώνει ότι ο μεταβολισμός των ισοφλαβονών από το εντερικό μικροβίωμα των ιχθύων πιθανά διαφέρει από αυτό των υπολοίπων ζώων.

Τέλος μελετήθηκε η συγκράτηση των φυτοστερολών στους ιστούς των λαβρακιών που διατράφηκαν με διαφορετικά ποσοστά φυτοστερολών και παρατηρήθηκε έντονη συγκράτηση και συσσώρευσή τους σε αντίθετη με τα φυτοοιστρογόνα.